Δευτέρα 10 Ιανουαρίου 2011
Γραμμή άμυνας των τραπεζών στην κερδοσκοπία
ΤΟΥ ΣΠΥΡΟΥ ΒΕΡΓΟΥΔΗ
Γραμμή άμυνας διαμορφώνουν οι διοικήσεις των μεγάλων ελληνικών τραπεζών με στόχο να αναχαιτίσουν το κύμα υποτιμητικής κερδοσκοπίας που πλήττει την ελληνική χρηματαγορά. Με τις τραπεζικές μετοχές να έχουν υποχωρήσει στο χαμηλότερο σημείο των τελευταίων δώδεκα μηνών, οι τραπεζίτες προσανατολίζονται σε εφαρμογή ενός «σχεδίου αντίστασης» με χρονικό ορίζοντα εξαμήνου.
Στο διάστημα αυτό εκτιμάται ότι θα έχουν αποκρυσταλλωθεί οι πρωτοβουλίες που σχεδιάζονται στην Ε.Ε. για την αντιμετώπιση της κρίσης χρέους, η οποία εξαπλώνεται ταχύτατα και στην Ιβηρική Χερσόνησο. Στο βαθμό που οι πρωτοβουλίες αυτές θα αποδώσουν, θα αρχίσουν να αποφορτίζονται και οι πιέσεις που ασκούνται σήμερα στο τραπεζικό σύστημα και στο μέτωπο των κρατικών ομολόγων.
Το σχέδιο εκτάκτου ανάγκης των ελληνικών τραπεζών αναπτύσσεται σε δύο μέτωπα. Το πρώτο αφορά στη στρατηγική τους αναδίπλωση τόσο εντός όσο και εκτός Ελλάδος με μέτρα συγκράτησης του λειτουργικού τους κόστους. Σε μια αγορά που συρρικνώνεται, όπως η ελληνική, δεν αρκεί μόνο η εγκατάλειψη του μοντέλου επιθετικής ανάπτυξης που ακολουθούσαν μέχρι πριν από λίγο καιρό όλες οι τράπεζες προκειμένου να διευρύνουν τα μερίδιά τους.
Η παρατεταμένη ύφεση της ελληνικής οικονομίας, με το ΑΕΠ να συρρικνώνεται συνεχώς από τις αρχές του 2008, τα πιστωτικά ιδρύματα είναι υποχρεωμένα να υιοθετήσουν ένα συντηρητικό πλαίσιο λειτουργίας επιδιώκοντας όμως παράλληλα με κάθε μέσο τη συγκράτηση του κόστους λειτουργίας.
Το δεύτερο μέτωπο, το οποίο ενισχύουν μεθοδικά οι τραπεζίτες, είναι αυτό της κεφαλαιακής ενίσχυσης.
Η αχίλλειος πτέρνα των ελληνικών τραπεζών είναι τα λεγόμενα κόκκινα δάνεια, οι καθυστερούμενες οφειλές δηλαδή, οι οποίες απειλούν να εκτινάξουν τις επισφάλειες σε μη διαχειρίσιμα επίπεδα. Όμως και το άχθος των κρατικών ομολόγων αποδυναμώνει τη θέση των ελληνικών τραπεζών στο διεθνή ανταγωνισμό, καθώς το σενάριο της ελεγχόμενης χρεοκοπίας της ελληνικής οικονομίας ή της αναδιάρθρωσης του δημοσίου χρέους παραμένουν ακόμη στην ημερήσια διάταξη.
Για να αντιμετωπίσουν τις απειλές οι ελληνικές τράπεζες δημιουργούν ένα «μαξιλάρι ασφαλείας» αυξάνοντας το μετοχικό τους κεφάλαιο. Πριν από ένα χρόνο το δρόμο άνοιξε η Alpha Bank, ακολούθησε το 2009 η Εθνική (η οποία βρίσκεται πλέον στο top 10 των ευρωπαϊκών τραπεζών με τους υψηλότερους δείκτες κεφαλαιακής επάρκειας), ενώ φέτος ακολουθούν η Πειραιώς και η Marfin.
Κορυφαία τραπεζικά στελέχη παραδέχονται ότι η στρατηγική αυτή αποτελεί μονόδρομο μέχρι τουλάχιστον να φανεί κάποια έξοδος από το τούνελ στο οποίο έχει εισέλθει η χώρα. Η δραστηριότητα των πιστωτικών ιδρυμάτων αναπόφευκτα κινείται στην ίδια τροχιά με την ελληνική οικονομία. Πέρυσι οι χορηγήσεις των τραπεζών υπέστησαν καθίζηση, με τη δωδεκάμηνη αύξηση στην πιστωτική επέκταση να κινείται μεταξύ 0,6% και 0,7%. Ανάλογος ρυθμός προβλέπεται να διατηρηθεί και το 2011, με αποτέλεσμα τα έσοδα από τόκους (παρά την αύξηση των επιτοκίων χορηγήσεων) να δέχονται ισχυρές πιέσεις. Οι πιέσεις γίνονται εντονότερες μετά τον όψιμο ανταγωνισμό των τραπεζών για τη συγκράτηση των καταθέσεων, που τις αναγκάζει να προσφέρουν δελεαστικά επιτόκια, τα οποία αγγίζουν το 5%. Το πρόβλημα των εσόδων που αντιμετωπίζουν οι τράπεζες γίνεται οξύτερο αν συνυπολογιστούν οι ζημιές, που πέρυσι υπέστησαν οι τράπεζες από το χαρτοφυλάκιό τους αλλά και από την εν γένει επενδυτική τους δραστηριότητα.
Υπό τις συνθήκες αυτές οι διοικήσεις όλων σχεδόν των τραπεζών είναι αναγκασμένες να στραφούν στον περιορισμό του λειτουργικού τους κόστους. Εφαρμόζοντας κλασικές συνταγές, οι οποίες ξεκινούν από τη μείωση ελαστικών δαπανών (συγχώνευση υπηρεσιών και υποκαταστημάτων, περικοπή αναλώσιμων, κόψιμο υπερωριών).
Στο δεύτερο μέτωπο, αυτό της ενίσχυσης των κεφαλαίων, οι διοικήσεις των τραπεζών έχουν επιδείξει προνοητικότητα. Ήδη έχουν γίνει κινήσεις άμεσης ενίσχυσης των κεφαλαίων αλλά και έμμεσες (όπως αυτή της συγχώνευσης της ΔΙΑΣ Επενδυτικής με την Eurobank) με τις οποίες οι ελληνικές τράπεζες έχουν ενισχύσει τη θωράκισή τους. Όμως παρ’ όλ’ αυτά οι επενδυτές δεν φαίνεται να έχουν πειστεί, με αποτέλεσμα οι τιμές των μετοχών των τραπεζών να έχουν υποχωρήσει σε δυσανάλογα χαμηλά επίπεδα σε σύγκριση με την πραγματική αξία που αυτές ενσωματώνουν. Ο λόγος τιμής της μετοχής προς τη λογιστική αξία (Price to Book Value) βρίσκεται στο 0,52 για την Εθνική και στο 0,39 για την Alpha, ενώ ο λόγος αυτός για τις ισπανικές τράπεζες (οι οποίες μάλιστα απειλούνται από τη φούσκα των ακινήτων που οι ίδιες δημιούργησαν) ανέρχεται σε 1,2 ή ακόμη οι μετοχές των αγγλικών τραπεζών διαπραγματεύονται 1,3 φορές τη λογιστική τους αξία.
Σε ένα βαθμό η χρηματιστηριακή συμπεριφορά των ελληνικών τραπεζών αποδίδεται σε παιχνίδι υποτιμητικής κερδοσκοπίας. Ταυτοχρόνως όμως ενσωματώνει τους φόβους των ξένων για το «κούρεμα των ελληνικών ομολόγων», αλλά και την εκτίναξη των μη εξυπηρετούμενων δανείων σε επίπεδα που υπερβαίνουν το 16%. Οι ελληνικές τράπεζες διαθέτουν σήμερα περίπου 60,8 δισ. ευρώ σε ομόλογα του ελληνικού δημοσίου, τα οποία στη μεγάλη πλειονότητά τους δεν έχουν αποτιμηθεί σε τρέχουσες τιμές. Όμως σύμφωνα με τα διεθνή λογιστικά πρότυπα, αν η χώρα υποχρεωθεί να αναδιαρθρώσει το χρέος της, τότε και οι τράπεζες θα υποχρεωθούν να αποτιμήσουν το σύνολο του χαρτοφυλακίου που διαθέτουν, εξέλιξη που θα προκαλέσει αφαίμαξη στα κεφάλαιά τους.
http://www.isotimia.gr/
Εγγραφή σε:
Σχόλια ανάρτησης (Atom)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου